Α:
- Αγγαρειομάχος: Νεοσύλλεκτος στρατιώτης που με την παρουσίασή του στη μονάδα αναλαμβάνει αυτόματα όλες τις αγγαρείες (καθαριότητες, μαγειρεία, λάντζα, τουαλέτες κτλ).
- άκυρο: Στρατιωτικό παράγγελμα, που χρησιμοποιείται από αξιωματικούς και υπξκούς για να διαπιστώσουν αν είναι σε ετοιμότητα οι οπλίτες... Επίσης χρησιμοποιείται ευρέως και από τους ίδιους τους οπλίτες. Παράδειγμα 1: «Λόχος, Κλίνατε επ' αρί.... ΑΚΥΡΟ!» Παράδειγμα 2: «Τι λε ρε νέο που θα κάνω και καθαριότητες... ΑΚΥΡΟ!»
- Αλφαμίτης: Ο στρατιώτης που βρίσκεται στην πύλη του στρατοπέδου και έχει ως υπηρεσία να ανοίγει και να κλείνει την πύλη. Τα αρχικά Α.Μ. προέρχονται από το Άνοιξε Μ@λ@κ@.
-
Αναφορά: Είναι το Α και το Ω όχι μόνο του στρατού, αλλά και της κοινωνίας και της ζωής της ίδιας. Η πηγή αό όπου ξεκινάνε τα πάντα. Ο στρατιώτης παρουσιάζεται, πάντα σε προβλεπόμενη κατάσταση, μπροστά στον προϊσταμενό του σε στάση προσοχής και σε απόσταση δύο βημάτων από αυτόν, είτε είναι άοπλος, είτε είναι ένοπλος και αναφέρει: α)ότι προβλέπεται να αναφέρει β)ότι του ζητήσει ο προιστάμενός του γ)ότι άλλο θέλει, όσο άσχετο και αν είναι με το στρατό.
- Αναφεράσιμος: έτοιμος για αναφορά
- Αναφερόπουστας: Αυτός που αναφέρεται κανονικά, αλλά τελικά φιδιάζει η αναφέρεται σε λοχία ο οποίος είναι στα αρχίδια του ή πολύ χαλαρός, αντιπαρέχοντας άλλες υπηρεσίες για να καλύψει τη διαφορά
- Αναφεράξινος : Σκάσε και αναφέρσου
- Αρχιμανδρίτης: Στρατιώτης ή στέλεχος που έχει να ξυριστεί περισσότερες από δύο ημέρες.
- Α.Σ.Μ./ασημί/ασημάκι: Α.Σ.Μ. σημαίνει Αριθμός Στρατολογικού Μητρώου και στο Στρατό πιό πολύ μετράει αυτό πάρα το όνομά σου... Για λόγους ευφωνίας αποκαλείται «ασημί». Ασιμάκι είναι κάποιος που έχει τα τρια πρώτα νούμερα του ΑΣΜ του, ίδια με τα δικά σου, που σημαίνει ότι είστε απο την ίδια περιοχή :Ρ .
Β:
- Big Brother: Στρατιώτης ή στέλεχος που έχει υπηρεσία στις κάμερες του στρατοπέδου.
- Βιλαμπάχο: Η λάντζα στα μαγειρεία.
- Βιλαρίμπα: Ομοίως.
- Βύσμα: Αυτό που όλοι εύχεστε να αποκτήσετε πριν ακόμη πάτε στο στρατό. Αυτό που είστε ικανοί να ανέβετε γονατιστοί στη Παναγιά της Τήνου για να το αποκτήσετε. Βύσμα,σημαίνει «μέσον» ή «δόντι» αλλά πάνω απ΄ όλα σημαίνει «λούφα» (κοίτα στο λ) και εξασφαλισμένη καλή μετάθεση. Έχεις βύσμα; Μη φοβάσαι τίποτα
Γ:
- Γαμοσείρης: Στρατιώτης που αποφεύγει υπηρεσίες και αγγαρείες με αποτέλεσμα να τις κάνουν άλλοι για αυτόν.
- Γερμανικό νούμερο! Κρατηθείτε μακριά του. Είναι το χειρότερο νούμερο σκοπιάς. Δύο με τέσσερις τα ξημερώματα. Μέχρι να κοιμηθείς σε ξυπνάνε να πας σκοπιά. Και μόλις γυρίσεις και πας να ξανακοιμηθείς σε ξαναξυπνάνε για τη πρωινή αναφορά.
- Γιωτάς/Γιωτόμπαλο: Κυριολεκτικά, ο στρατιώτης που έχει κριθεί με Ι-2, Ι-3, Ι-4.Μεταφορικά, ο στρατιώτης που δεν μπορεί να δέσει ούτε τα κορδόνια των αρβυλών του. (Bonus αν έχει περιττά κιλά).
- Γιωτοπάπουτσο: Αθλητικό παπούτσι άσπρου χρώματος που φορούν συνήθως νεοσύλλεκτοι, όταν μετά από παρατεταμένη χρήση των αρβυλών πονούν τα ποδαράκια τους. Αχού τα καημένα!
- Γκασμαδία: Το νησί της Μυτιλήνης.
- Γκατζολία: Η ευρύτερη περιοχή του Έβρου.
- Γκοτζίλα: Κονσέρβα που περιέχει κρέας αμφιβόλου ποιότητας και φημολογείται ότι προέρχεται από κατεψυγμένους δεινόσαυρους που βρέθηκαν στις παρυφές του Ολύμπου.
- Γόππινγκ: Το ευγενές σπορ του μαζέματος των αποτσίγαρων όλου του στρατοπέδου. Παλαιότερα ήταν και Ολυμπιακό άθλημα.
Δ:
- ΔΕΑ: Ο δόκιμος αξιωματικός. Ο όρος προέρχεται από το Δεν Είμαι Αξιωματικός.
- Δεκαροποιήσιμος: Βλέπε πενταροποιήσιμο
- δεν προβλέπεται: Απλά τα πράγματα: Στον στρατό, ότι απαγορεύεται, δεν προβλέπεται! Κοινή νοοτροπία όμως των οπλιτών είναι το μότο «Ότι δεν βλέπεται, προβλέπεται»!
- Δεν προλαβαίνω, απολύομαι: Έκφραση που χρησιμοποιείται από στρατιώτες που κοντεύουν να απολυθούν, όταν τους αναθέτουν μια υπηρεσία-αγγαρεία, και προτρέπει το εκάστοτε στέλεχος να βρει κάποιον αντικαταστάτη συνήθως νεοσύλλεκτο.
- Δίκας: Ο Διοικητής.
- ΔΝ: Η διανυκτέρευση στην οικεία σου.
- Δοσίλας: Αυτός που δίνει μεταφορικά κώλο στο στρατό. Δίνει και σώζει, δώσε και σώσε, δωσίλας σωσίλας, δωσοσίλας, δωσίλας
- Δοσιλατζιόζο: Ο δωσίλας στα ιταλικά
Ε:
- Εβρολίγκα: Η μετάθεση στον Έβρο.
- Εμπλοκή: Κατάσταση κατά την οποία έχεις να δεις το σπίτι σου από τότε που οι γυναίκες φορούσαν βρακολάστιχα.
- Ε.Σ.: Ελληνικός Στρατός.
- Ε.Υ.: Ο Ελεύθερος Υπηρεσίας...
- Εφ όπλου λόγχη : Οπλοάσκηση που περιλαμβάνει την τοποθέτηση της ξιφολόγχης στο τυφέκιο, κατά έναν συγκεκριμένο και αστείο τρόπο. Προσοχή, άκρως ακατάλληλη για gay.
Ζ:
- Ζωάρα: Περίοδος της θητείας σου που περνάς γ@μ@τ@.
Η:
Θ:
- Θαλαμοdog: Ο στρατιώτης που εκτελεί χρέη θαλαμοφύλακα.
Ι:
Κ:
- Καλλιόπη: Οι τουαλέτες του στρατοπέδου. Συνήθως δεν φημίζονται για τη καθαριότητά τους.Έχουν...θηρία
- Καμπανόφατσα: Με τον που τον βλέπεις, είσαι σίγουρος ότι θα κάνει πολλές μαλακίες. Είναι πρώτος επιλαχόν να για αποδιοπομπαίος τράγος, για εξιλαστήριο θύμα. Τρώει τις ποινές για τους άλλους, μόνο και μόνο της φάτσας του. Μάλιστα και τίποτα να μην έχει κάνει, σε προϊδεάζει να του χώσεις καμιά πεντάρα, έτσι για να γουστάρεις.
- Καρακόλι:. Οι μισητοί στρατονόμοι-ναυτονόμοι-αερονόμοι. Κ.ΕΠΙΚ.: Κυριολεκτικά, Κέντρο Επικοινωνιών. Μεταφορικά, Κέντρο Επεξεργασίας Ινδικής Κάνναβης. Το πως βγήκε αυτό το παρατσούκλι θα το μάθετε εαν γίνετε διαβιβαστές...
- Καψώνι: το, ους. Μέθοδος σωματικής εκγύμνασης και πειθάρχησης του στρατεύματος. Εφαρμόζεται κυρίως από τις παλιοσειρές στα ποντίκια. Ενίοτε και σε ολόκληρο το στρατόπεδο από το Διοικητή όταν διαπιστώσει χαμηλό βαθμό ετοιμότητας και πειθαρχίας.
- Καψωνόμουτρο: το, επιθ. Αυτός που αρέσκεται στο να καψωνάρει! Ο φόβος και τρόμος του οπλίτη.
- Κιβώτιο:Ο γυμνασμένος.
- Κ.Σ.: Και σήμερα. Π.χ., απομένουν 47 μέρες και σήμερα.
Λ:
- Λελέτζα: Εφαρμογή που σου παρουσιάζει πόσες μέρες θητείας σου απομένουν μαζί με διάφορα άλλα στατιστικά, καθώς και το εικονικό αξίωμα που κατέχεις τη δεδομένη στιγμή.
- λελε: Αυτή η λέξη έχει αρκετές σημασίες. Ως αρχικά μπορεί να σημαίνει Λήξη Ενός Λανθασμένου Ετους. Συνήθως όμως σημαίνει για κάποιον στρατιώτη όταν είναι «λελε» ότι απολύεται σε λίγες μέρες και ότι είναι στ' αρχίδια του.
- Λελεδόνια: Είδος αποδημητικού πουλιού που το ακούν μόνο οι στρατιώτες που απολύονται.
- λέουρας: Ο επονομαζόμενος και «παλαίουρας». Ο παλιός στρατιώτης.
Μ:
- Με πάει γαμιωντας: Φρ. Έχω πολλές υπηρεσίες. Παρεμφερείς εκφράσεις: «Με πάει πίπα κωλο εμπλοκή».
- Με πάει μία μία: Έχω εναλλάξ εξόδους και υπηρεσίες.
- Με πήγε σπρέι: Με έπιασε κόψιμο.
- Μπιφτέκι: Η παράταση της υπηρεσίας που κάνει κάποιος στρατιώτης, επειδή ο συνάδελφός του κωλυσιεργεί.
- Μπυρ και κίνηση: Η έξοδος στρατιωτών μέχρι τις 11 το βράδυ που συνοδεύεται από κατανάλωση τεράστιας ποσότητας μπύρας.
Ν:
- Neopard: Ο νεοσύλλεκτος στα τεθωρακισμένα. Ο όρος προέρχεται από το Leopard.
- Νιούφις: Ο νεοσύλλεκτος στρατιώτης. Ο όρος προέρχεται από το new fish.
Ξ:
Ο:
- Οπλοβαστός: Κυριολεκτικά είναι το σιδερένιο κιβώτιο που εναποθέτουν οι στρατιώτες τα όπλα τους, όταν δεν έχουν υπηρεσία-άσκηση. Μεταφορικά χρησιμοποιείται για να περιγράψει τα εσώρουχα των στρατιωτών.
Π:
- παπάτζα-νίντζα: Ο στρατιώτης που όταν είναι έξω από το στρατόπεδο, λέει σε γκόμενες και φίλους πόσο «γάμα τα» είναι στο στρατό... Παράδειγμα: «Ρε σου λέω τις προάλλες που είχαμε αμφίβια άσκηση βρήκαμε κάτι Τούρκους κομάντος με ελικόπτερα εκεί που πηγαίναμε στα Ίμια και βγάλαμε τα μπαζούκα και τους καταρίψαμε...»
- Παππούς: ο, ουσ. Ο οπλίτης παλιάς ΕΣΣΟ. Συνώνυμα: Παλιοσειρά, Πάλιουρας, Παλαίουρας
- πε και παι: Πέσε και παίρνε. Απλά και κατανοητά :Ρ
- Πενταροποιήσιμος: Ο καμπανίσμος φαντάρος, που από τις τόσες πολλές πεντάρες που έχει φάει, μετράει τον επόμενο μήνα της θητείας του σε διαστήματα των πέντε ημερών στα οποία είναι και τιμωρημένος. Δηλαδή αν κάποιος είναι πενταροποιήσιμος μέσα στο μήνα και ζητήσει άδεια, ο Δίκας κάλλιστα μπορεί να του δώσει άδεια, αν θέλει μετά από π5 διαστήματα.
- Πετάω χαρταετό: Κρύβομαι, λουφάζω, αποφεύγω υπηρεσία ή αναλαμβάνω ελαφριές υπηρεσίες μόνο! Συνώνυμα: Φιδιάζω.
- Πίπα-κώλο εμπλοκή: Πολύ σκληρή εμπλοκή
- Πλοίο της Αγάπης: Όχι μη σας παρασύρει και δηλώσετε εθελοντική συμμετοχή.Έτσι λένε τα σκουπιδιάρικα των μονάδων και όσοι πάνε ...ταξίδι με το love boat,περνάνε μια μέρα βουτηγμένοι στο σκουπίδι.
- Πολιτικό Προσωπικό: Δημόσιοι υπάλληλοι που εργάζονται για το στρατό και έχουν συμπληρωματικό-βοηθητικό ρόλο. Το οχτάωρό τους περιλαμβάνει επίπονες εργασίες όπως: ύπνος, παρακολούθηση τηλεόρασης, καφέδες, βόλτες, εποικοδομητικές συζητήσεις με συναδέλφους κ.α.
- Πολύπριζο: Ο στρατιώτης που στο τέλος της θητείας του έχει 120 μέρες άδειας ενώ εσύ μόνο 18.
- ποντίκι/ποντικαράς: Αποκαλούνται έτσι -πάλι- οι νεοσύλλεκτοι στρατιώτες διότι όταν είναι να διαλεχτόυν κάποια άτομα για αγγαρείες (πχ. Καλλιόπη), οι νέοι κρύβονται σαν τα ποντίκια...
- πούλο αρμ: Παραλλαγή παραγγέλματος όπλου όπως το «επ' ώμου αρμ» που πολύ απλά σημαίνει τον πούλο...
- Πούστης με Κινέζο: Το κοτόπουλο με ρύζι που τρως στο στρατό κάθε Δευτέρα, Τρίτη, Πέμπτη, Σάββατο και Κυριακή.
- πουστόνεο/νέο/ψαρά/ψάρακα κλπ.: Αποκαλούνται έτσι από τους παλιότερους οπλίτες ή και από στελέχη (πράγμα που δεν προβλέπεται) οι νεοσύλλεκτοι στρατιώτες. Κοιτάχτε να το συνηθίσετε γιατί από τη στιγμή που θα καταταχτείτε θα γίνει το δεύτερο όνομα σας.
- Prison Break: Η άδεια.
- Προβλεπέ: Η προβλεπόμενη διαδικασία που ορίζει ο στρατιωτικός κανονισμός για οποιαδήποτε πράξη ή κατάσταση.
Ρ:
- Ροζαλία: Το απολυτήριο.
Σ:
- σειρά/σειρούλα: Ο στρατιώτης που είναι στην ίδια ΕΣΣΟ (Εκπαιδευτική Σειρά Στρατευσίμων Οπλιτών) με εμάς αποκαλείται έτσι χαϊδευτικά :)ΣΕΘ: Σύντομης Εθελοντικής Θητείας
- ΣΕΞ: Η ποινή της Στέρησης Εξόδου.
- σε παίρνει για πολλά: Αυτή η φράση σημαίνει ότι έχεις δρόμο μπροστά σου ακόμα για να απολυθείς και ότι δυστυχώς σε «πιάνουν» πολλά ακόμα...
- Σκατό: Διαδικασία κατά την οποία κάποιος ανώτερός σου σε κατσαδιάζει like there is no tomorrow.
- Σκατοφύλακας: Η υπηρεσία του τουαλετοφύλακα. Άλλος όρος που χρησιμοποιείται για την συγκεκριμένη υπηρεσία είναι Σκάτμαν.
Τ:
- Τάκος. Έκανες παράπτωμα; Άργησες να επιστρέψεις από την έξοδο; Ξέχασες να χαιρετήσεις ανώτερο; Εξασφάλισες μια θέση στον τάκο,τη πρωϊνή αναφορά όπου πέφτουν οι ποινές βροχή. Η ...αγγλική έκδοση του τάκου; Τακ-line.
- Το πλοίο της αγάπης: Το σκουπιδιάρικο που περνά συγκεκριμένες μέρες της εβδομάδος για την αποκομιδή των απορριμμάτων του στρατοπέδου.
- Τον μπούλο αρμ: Παραλλαγή στρατιωτικού παραγγέλματος που περιγράφει μια δυσάρεστη κατάσταση.
Υ:
- Υπηρεσιακό Ninja: Τα υπηρεσιακά σημειώματα που διαρκούν πολύ παραπάνω από τις δύο ώρες που προβλέπει ο κανονισμός.
Φ:
- Φίδι: Στρατιώτης που προσπαθεί να αποφύγει οποιαδήποτε εργασία-αγγαρεία που του ανατίθεται.
Χ:
- Χώστης: Στέλεχος ή και στρατιώτης που αγγαρεύει συνεχώς άλλους στρατιώτες.
- Χοσέ Κουέρβο: Το χώσιμο, η ανάθεση καθηκόντων. Αντώνυμα: Λούφα!
Ψ:
- Ψάρι, Ψαράς, Ψαρούκλα. Νεοσύλλεκτος στρατιώτης. Οι ψάρακες κάνουν μπαμ πρώτα απ΄ όλα από το χαμένο βλέμμα με κάποια δόση απόγνωσης αλλά και από την ολοκαίνουρια φαιοπράσινη στολή.
Ω:
- Χώστης: Στέλεχος ή και στρατιώτης που αγγαρεύει συνεχώς άλλους στρατιώτες.
Προσθήκη σχολίου